Μετά από μακρά απουσία εξαιτίας των γνωστών “ανειλημμένων” υποχρεώσεων επανέρχομαι για να μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις που μου γέννησαν τρεις τυχαίες αφορμές που όμως συνέπεσαν συγκυριακά. Ένα δημοσίευμα στο διαδίκτυο με τίτλο “Οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου”, ο γνωστός στίχος του Ελύτη “Την άνοιξη αν δεν τη βρεις τη φτιάχνεις” και ένα καλαίσθητο -σπάνιο σήμερα νομίζω- newsletter στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, που ευτυχώς δεν έσβησα από κεκτημένη ταχύτητα. Θέμα του τελευταίου ο οινοτουρισμός. Παρά το ότι έχω ασχοληθεί με διάφορες μορφές εναλλακτικού τουρισμού τόσο σε επαγγελματικό επίπεδο όσο και στην αρθρογραφία, και ενώ παρακολουθώ το χώρο του κρασιού, των αμπελώνων και των οινοποιείων αρκετά χρόνια, ο οινοτουρισμός δε με είχε προσελκύσει μέχρι τώρα, μάλλον εξαιτίας έλλειψης κατάλληλων ερεθισμάτων. Και σε αυτή την περίπτωση -όσο και αν φανεί παράξενο- το καταλυτικό ερέθισμα ήταν αυτή η φράση για την “άνοιξη”, που την έχω συνδέσει με ό,τι δυναμικό, καινοτόμο και αναπτυξιακό σκέπτομαι ή συναντώ κατά καιρούς. Ακριβώς αυτό αντιπροσωπεύει για μένα ο οινοτουρισμός και -με δεδομένη και την πρόσφατη γιορτή του κρασιού στις 25 & 26 Μαΐου 2013, τις “Ανοιχτές Πόρτες” στα επισκέψιμα οινοποιεία- θα επιχειρήσω γι’ αυτό μια προσέγγισή του από το χώρο της αγοράς και ιδιαίτερα της Επικοινωνίας (της αγοράς αυτής), προκειμένου να παρουσιάσω μια επιστημονική οπτική της λειτουργίας του επισκέψιμου οινοποιείου ως οινοτουριστικού πόλου.
Ως οινικός τουρισμός ή οινοτουρισμός ορίζεται η επίσκεψη σε αμπελώνες, οινοποιεία, εκθέσεις και γιορτές κρασιού, κατά την οποία η γευσιγνωσία ή/και η εξερεύνηση των χαρακτηριστικών μιας αμπελουργικής περιοχής είναι το κυριότερο κίνητρο για τους επισκέπτες και αποτελεί μία ειδική και εναλλακτική μορφή τουρισμού. Πρόκειται για μια κατηγορία θεματικού τουρισμού, ενταγμένου στην κατηγορία του αγροτουρισμού, στο πλαίσιο της οποίας η επαφή με το κρασί είναι το επίκεντρο, όχι όμως ο αυτοσκοπός. Είναι μια σύνθετη οικονομική δραστηριότητα σε συνεχή εξέλιξη και σε συνεχή διαδικασία ενσωμάτωσης της καινοτομίας, καθώς συνδυάζει και περιλαμβάνει τη γεωργία, τη βιομηχανία, αλλά και την παροχή υπηρεσιών, δεδομένου ότι η δραστηριότητα έχει εξαπλωθεί στον τουρισμό. Η Ελλάδα, με ιστορία αιώνων στην καλλιέργεια της αμπέλου και διεθνή φήμη για πολλές από τις ποικιλίες και τα κρασιά της, συγκεντρώνει πολλά στοιχεία δυνητικού οινοτουριστικού ενδιαφέροντος, όπως φυσικές ομορφιές, χαρακτηριστικά τοπικά προϊόντα και κουζίνα, μουσεία και αρχαία μνημεία, ώστε να μπορούμε να συζητήσουμε σε σοβαρή βάση την προοπτική του οινοτουρισμού. Έχουν κατά καιρούς κατατεθεί από τους ασχολούμενους με το προϊόν του χώρου σημαντικές προτάσεις για την ανάπτυξη πρότυπων αναπτυξιακών δραστηριοτήτων με βάση το τρίπτυχο ποιότητα–παράδοση–καινοτομία, στοιχείο που θεωρείται γόνιμη συνεισφορά στην προσπάθεια αειφόρου ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών μέσω των εναλλακτικών μορφών τουρισμού.
Μια πληθώρα λόγων μπορούν να παρακινήσουν τους ανθρώπους να επισκεφθούν μια αμπελουργική περιοχή, όπως καταγράφονται από έρευνες:
- να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους για το κρασί
- να γνωρίσουν το περιβάλλον το σχετικό με το κρασί
- να ανακαλύψουν τον πλούτο των γεύσεων και των αρωμάτων
- να ταυτιστούν με τον πολιτισμό και την κουλτούρα
- να συνδυάσουν φαγητό και κρασί σε μια οινο-γαστρονομική περιήγηση αναζήτησης γεύσεων
- να γνωρίσουν από κοντά τις ευεργετικές ιδιότητές του
- να επιστρέψουν στη φύση και να γευτούν τους καρπούς της
- να εκτιμήσουν και να απολαύσουν το οικοσύστημα
- να περιεργαστούν την αρχιτεκτονική και την παραδοσιακή τέχνη
- να διασκεδάσουν μακριά από τη μονοτονία και τους ασφυκτικούς ρυθμούς των αστικών κέντρων, κ.ά.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο τουρίστας επιθυμεί να επισκεφθεί μια οινοπαραγωγό περιοχή προκειμένου -εκτός των άλλων- να μάθει περισσότερα για τα κρασιά της και να τα δοκιμάσει. Ωστόσο, για να είναι ολοκληρωμένη η εμπειρία του, η περιοχή πρέπει να του προσφέρει επιπλέον δραστηριότητες πολιτιστικού, λαογραφικού ή ακόμα και αθλητικού-ψυχαγωγικού ενδιαφέροντος, και φυσικά βασικές υποδομές υψηλού επιπέδου, όπως διαμονή, σίτιση και διασκέδαση, οι οποίες όμως να σχετίζονται επικοινωνιακά -θα λέγαμε- με “το κρασί της περιοχής”, προκειμένου να προωθήσουν αποτελεσματικά το μήνυμα ότι η συγκεκριμένη περιοχή έχει υψηλό οινοτουριστικό ενδιαφέρον. Εννοείται, τέλος, ότι στον οινοτουρίστα πρέπει να παρέχονται στοιχειώδεις ευκολίες, όπως σήμανση προς τους χώρους που τον ενδιαφέρουν, εύκολη πρόσβαση σε αυτούς και επικοινωνιακό υλικό τουλάχιστον σε μία ή παραπάνω διεθνείς γλώσσες. Για να διασφαλιστούν και να λειτουργήσουν σωστά όλα όσα προηγήθηκαν και να υπάρξει οργανωμένος οινοτουρισμός, ο οποίος θα αποτελέσει πηγή έλξης τουριστικού ενδιαφέροντος από την Ελλάδα και το εξωτερικό όλες τις εποχές του χρόνου, και κατ‘επέκταση πηγή εισοδήματος και ανάπτυξης, θα πρέπει φυσικά να υπάρχουν κοινές απόψεις και σωστή συνεργασία ανάμεσα στην Πολιτεία, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τον αμπελο-οινικό κλάδο, τους κλάδους της φιλοξενίας και της εστίασης, καθώς και τους τουριστικούς πράκτορες.
Η εμπειρία και οι πρακτικές χωρών που έχουν ασχοληθεί ώριμα πια με τον οινοτουρισμό υποδεικνύουν τη μεθοδολογία βάσει της οποίας οι οινοποιοί αλλά και όλοι οι εμπλεκόμενοι κλάδοι συνεργάστηκαν για την ανάπτυξή του. Με έμφαση στις υποδομές και στην επαγγελματική εξυπηρέτηση του οινοτουρίστα, αλλά και με σημαντικές επενδύσεις στην έρευνα και την τεχνολογία, κατόρθωσαν να συλλάβουν και να υλοποιήσουν την κύρια φιλοσοφία, τη σημασία δηλαδή της εξυπηρέτησης του οινοτουρίστα, ο οποίος πρέπει να αισθάνεται καλεσμένος και όχι πελάτης. Επιπλέον, ασχολήθηκαν με τις δραστηριότητες που πρέπει να παρέχονται και οι οποίες αφορούν τη γαστρονομία, τα τοπικά προϊόντα της περιοχής, αλλά και τον πολιτισμό και τα σπορ, προκειμένου οι φιλοξενούμενοι να έχουν μια ολοκληρωμένη εμπειρία που θα θελήσουν να επαναλάβουν, αλλά και να μεταφέρουν και στους φίλους τους. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στα υψηλά πρότυπα εξυπηρέτησης που το κοινό αυτό περιμένει. Τα οινοποιεία, λοιπόν, για να προσβλέπουν σε αύξηση της προβολής, της αναγνωρισιμότητας, καθώς και των πωλήσεών τους, απαιτείται να αντιμετωπίσουν πολύ σοβαρά το θέμα αυτό της οινικής επικοινωνίας.
Αναφορικά με τις οινοτουριστικές εμπειρίες και εντυπώσεις των Ελλήνων οινοφίλων, ποσοστό πάνω από 60% όσων έχουν ήδη επισκεφθεί ένα οινοποιείο απάντησαν ότι θα το επαναλάβουν στο μέλλον. Πρέπει να επιδιωχθεί το ποσοστό αυτό να αυξηθεί δραστικά, αλλά και να περιλαμβάνει και οινοτουρίστες από το εξωτερικό, οι οποίοι θα γίνουν με τη σειρά τους πρεσβευτές του ελληνικού κρασιού και της ελληνικής φιλοξενίας στη χώρα τους. Η επιτυχία του οινοτουρισμού εξαρτάται από τις εμπειρίες του επισκέπτη, αφού αυτός και όχι το προϊόν είναι ο πρωταγωνιστής της διαδικασίας. “Η επιτυχής μετάβαση από τις υπηρεσίες στις εμπειρίες”, όπως εύστοχα έχει ειπωθεί, είναι η κυρίαρχη ιδέα του οινοτουριστικού μοντέλου που πρέπει να υλοποιήσουμε. Η δημιουργία υποδομών διαμονής με διακριτική πολυτέλεια για τη φιλοξενία μικρού αριθμού ατόμων που θα μπορούν να ζουν για κάποιες μέρες “την εμπειρία του κρασιού” είναι το μήνυμα που μας μεταφέρουν από άλλες χώρες οι επαγγελματίες του οινοτουρισμού. Αν και στο εξωτερικό η ανάπτυξη του οινοτουρισμού βρίσκεται ήδη σε ένα ώριμο στάδιο, στην Ελλάδα -παρά την υστέρηση ανάπτυξης του τομέα αυτού- αποτελεί ένα εξαιρετικής δυναμικής τουριστικό προϊόν και έχουν γίνει πολλά αξιόλογα βήματα. Φυσικά, δεν είναι όλα τα οινοποιεία επισκέψιμα ή κατάλληλα ώστε να προσφέρουν στους επισκέπτες τους τις εμπειρίες που αναζητούν. Ένα οινοποιείο, για να παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον για επίσκεψη, οφείλει να καλύπτει την ανάγκη της ξενάγησης στους χώρους παραγωγής και παλαίωσης με άτομο που γνωρίζει σε βάθος το αντικείμενο, αλλά και να διαθέτει ειδική αίθουσα γευσιγνωσίας, ώστε η δοκιμασία των κρασιών να αποκτά μυσταγωγικό χαρακτήρα. Προτείνεται επίσης η συμπλήρωση/ενίσχυση της εμπειρίας με διαδραστικό πολυθέαμα για τον αμπελώνα και την περιοχή, αλλά και με ένα οργανωμένο boutique πωλητήριο με κρασιά όλων των τιμολογιακών επιπέδων. Φυσικά η υποδοχή του επισκέπτη πρέπει να αποπνέει πολιτισμό, οι χώροι να είναι προσβάσιμοι και καθαροί, να υπάρχουν διακριτοί χώροι πάρκινγκ, κλπ. Είναι προφανές, λοιπόν, πως η ανάπτυξη του οινικού τουρισμού χρειάζεται στοχευμένες στρατηγικές που διαμορφώνονται και προωθούνται σε όλο και περισσότερες χώρες λόγω των βελτιωμένων οικονομικών αποδόσεων που μπορεί να παρέχει η εναλλακτική αυτή τουριστική μορφή, των κοινωνικών αξιών, αλλά και του αυξανόμενου ανταγωνισμού. Άλλωστε, οι χώρες που πρωτοπορούν στον τομέα αυτό, παρέχουν χρηματοδότηση υποστηρίζοντας δράσεις για την ανάπτυξη ειδικών χώρων, ξενοδοχειακών μονάδων, εστιατορίων, οινικών διαδρομών και άλλων στοιχείων υποδομής για την προώθηση του οινοτουρισμού.
Για να μπορέσουμε να ασχοληθούμε με τη διαμόρφωση μιας οινοτουριστικής κουλτούρας με αποδέκτες όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές -λόγος για τον οποίο αρχίζουμε ως επιστημονική ομάδα τη συγκεκριμένη επικοινωνιακή δράση που εγκαινιάζεται με το άρθρο αυτό- πρέπει καταρχήν να προσδιορίσουμε τα οφέλη και τα πλεονεκτήματα του αναπτυσσόμενου οινοτουρισμού. Το αυτονόητο πλεονέκτημα για τα οινοποιεία είναι η αύξηση των πωλήσεων, η οποία οφείλεται, κυρίως, στους οινόφιλους επισκέπτες. Η γευσιγνωσία στο χώρο παραγωγής ενθαρρύνει, συνήθως, τους περισσότερους να επιλέξουν και να αγοράσουν τα κρασιά της αρεσκείας τους. Ο αυξημένος οινοτουρισμός μπορεί, επίσης, να βοηθήσει ευρύτερα στην ανάπτυξη νέων δεσμών με το εμπόριο οίνου, καθώς και να ενισχύσει την οικονομία των τοπικών κοινωνιών, αυξάνοντας τα έσοδα των εστιατορίων, ξενοδοχείων και τις προοπτικές απασχόλησης. Επίσης, ενδεχόμενη επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και ανάδειξη εναλλακτικών προορισμών είναι κάποιες άλλες πολύ αισιόδοξες, αλλά όχι ουτοπικές βλέψεις, εφόσον δεχθούμε ως προαπαιτούμενο ότι θα υπάρξει οργάνωση κατά τα παραπάνω πρότυπα, με τελικό στόχο τη συμβολή του οινοτουρισμού στη βιώσιμη ανάπτυξη και την προοπτική διασφάλισης και ανάδειξης του τοπίου και παράλληλα προστασίας του περιβάλλοντος.
Στο γενικότερο επιστημονικό σκεπτικό μας με θέμα «Οινοτουρισμός και Επικοινωνία», όπως εξαρχής τέθηκε και το οποίο εκτιμάμε πως θα ολοκληρωθεί σε εύλογο χρονικό διάστημα δεδομένου και του όγκου του έργου, εξετάστηκαν οι εμπειρίες από οινοτουριστικές δραστηριότητες στην Ελλάδα, οι βέλτιστες πρακτικές στον οινοτουρισμό, ο τρόπος με τον οποίο ενημερώνεται ή προσεγγίζεται ο δυνητικός οινοτουρίστας καθώς και τα μηνύματα και οι πρακτικές που πρέπει να αξιολογηθούν προσεκτικά από τους ενδιαφερόμενους και να τεθούν σε εφαρμογή για την προσέγγιση οινοτουριστών από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Χρειαστήκαμε φυσικά και τη βοήθεια ανθρώπων του χώρου**, τους οποίους ευχαριστούμε θερμά, και θα ζητήσουμε τη συνεργασία πολλών άλλων ακόμα, γιατί πιστεύουμε στις συνεργασίες για κοινούς στόχους και στη γνώση που πρέπει να μοιράζεται. Η γνώση υπάρχει, θέλουμε να τη μοιραστούμε με άλλους και σίγουρα το μέλλον του ελληνικού αμπελώνα και η οινοτουριστική αναπτυξιακή προοπτική που διανοίγεται είναι σοβαρός στόχος για να προσπαθήσουμε!